Μία νέα εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) αποκαλύπτει τις προθέσεις της να ψάξει σε εφορίες του εξωτερικού για φοροφυγάδες που δεν μπορούν να εντοπιστούν στην Ελλαδα.
Συγκεκριμένα, οι εφορίες «εσωτερικού και εξωτερικού», θα ανταλλάσσουν αυτόματα στοιχεία για όλα τα περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων που θεωρούνται ύποπτα για φοροδιαφυγή. Στο στόχαστρο μπαίνουν «περίεργες» επενδύσεις, καταθέσεις σε ομόλογα και οποιαδήποτε άλλης «οδός» που μπορεί να αξιοποιηθεί, καταχρηστικά, από φοροφυγάδες.
Ειδικότερα, η εγκύκλιος της ΑΑΔΕ περιγράφει τον τρόπο και τη μεθοδολογία της ανταλλαγής των πληροφοριών το βάρος θα πέσει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, μερίσματα, τόκους, αλλά και ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν σε λογαριασμούς που διατηρούν Έλληνες φορολογούμενοι.
2 Ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει σε ένα κράτος μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι’ αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή του σε φόρο στο άλλο κράτος.
3. Όταν πραγματοποιούνται επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταξύ προσώπων των συμβαλλόμενων κρατών, κατά τέτοιον τρόπο που ενδέχεται να συνεπάγονται μείωση ή εξάλειψη του φόρου είτε στο ένα, είτε στο άλλο, είτε και στα δύο συμβαλλόμενα κράτη.
4. Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται μείωση ή εξάλειψη φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές/πλασματικές μεταφορές κερδών εντός συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
5.Από πληροφορίες που διαβίβασε σε ένα κράτος η Αρμόδια Αρχή του άλλου κράτους προκύπτουν πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν σημασία για την αξιολόγηση της επιβολής φόρου στο δεύτερο κράτος.
Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών αφορά:
-Λογαριασμούς Θεματοφυλακής (μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια)
– Καταθετικούς Λογαριασμούς
– Ακαθάριστα ποσά τόκων, μερισμάτων και λοιπών εισοδημάτων
– Ακαθάριστα έσοδα από πώληση ή εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον Δηλωτέο Λογαριασμό κατά το έτος αναφοράς.
Σε ό,τι αφορά τη φύση των πληροφοριών σύμφωνα με την εγκύκλιο θα περιλαμβάνουν:
– Στοιχεία ταυτότητας του προσώπου από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες και, ενδεχομένως, η σχέση του με το πρόσωπο/α που αφορούν οι πληροφορίες: όνομα, οικογενειακή κατάσταση (κατά περίπτωση), ΑΦΜ, εφόσον είναι γνωστός, διευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή της διαδικτυακής διεύθυνσης, τον αριθμό εγγραφής (π.χ. στο Εμπορικό Μητρώο), σε περίπτωση νομικού προσώπου, αποδεικτικά που απεικονίζουν τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων που εμπλέκονται (εφόσον είναι γνωστά / διαθέσιμα).
– Εάν οι πληροφορίες περιλαμβάνουν μία πληρωμή ή μία συναλλαγή μέσω ενός ενδιάμεσου τρίτου μέρους, το όνομα, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ, εάν είναι γνωστός, του ενδιάμεσου μέρους, συμπεριλαμβανομένων, εάν είναι γνωστά, της επωνυμίας του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, καθώς και του αριθμού του χρηματοοικονομικού λογαριασμού, όταν παρέχονται σχετικές πληροφορίες.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία θα πρέπει να αξιολογούνται κατά το δυνατόν ως προς τη χρησιμότητά τους και να διασφαλίζεται ότι είναι όσο το δυνατόν πλήρεις έτσι ώστε οι φορολογούμενοι να μπορούν να ταυτοποιηθούν και να μπορεί να γίνει κατανοητό το σχήμα της πιθανολογούμενης φοροδιαφυγής.